Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

10 δίσκοι που ακούω τον τελευταίο καιρό VOL.2

Τον καυσωνα λυγιζουν τα παγοβουνα πληγων του. Ενας σαδιστικος ηλιος εξουθενωνεται απ’ τη διαδοχικη προκληση εγκαυματων σε λουομενους. Ντροπαλες μα αποφασιστικες σταλες απολαμβανουν τη πρεμιερα τους. Τα δοχεια της ψυχης μας παυουν να υπομενουν τη θερμοπληξια, ετοιμαζονται για νεες υποθερμικες περιπετειες. Όλα με σοφια τα φκιαξ’ ο θεος. Μονο το Βδέλυγμα μενει σταθερο κι αδιαφορει στις προσταγες του. Δεν αδυνατιζει, δε συμβιβαζεται στη μικροαστικη ρουτινα, φορα τ’ ακουστικα σε θαρραλεο κεφαλι, ανοιγει ένα monster energy, καθεται σε ξυλινη καρεκλα και ακουει ραπ. Just another day living in the hood.

ΥΓ. Δεν εχει επονομαζομενα classics αυτή τη φορα. Σκεφτηκα να γραψω για το illmatic αλλα δεν ηταν αρκετα μη βαρετο ώστε να το μελετησω γραφοντας, στη συνεχεια, μια ενδελεχη, αξιοπιστη, ματαιοδοξη κριτικη, όπως σας εχω συνηθισει.

Prince Paul-A prince among thieves (1999)

Μεταξυ του να αποσυρεις σκυλες από σκουπιδοτενεκεδες για να διεξαγεις αγρια παρτυ με το κρου σου, των ατιθασων δηλωσεων ότι κατεχεις τη ροη ενός ανωτερου θεου ειτε τη διαρκη υπενθυμιση του ποσο θλιβερη είναι η θλιψη που καταθλιπτικα νιωθεις για την καταθλιπτικη ζωη σου, ξεχνωνται, πολλες φορες, οι γιγαντιες δυνατοτητες της ραπ φορμας, η οποια ο,τι χανει θετωντας την υποχρεωση του να πεις πολλα, το κερδιζει και με το παραπανω με το ότι μπορεις να πεις τα παντα. Όχι ότι δε συμβαινει κατι παρομοιο και μ’ οποιοδηποτε άλλο μουσικο ειδος συνοδευεται από στιχους, ωστοσο η βαση που δινεται στο περιεχομενο μεσω του χιπχοπ τροπου απολαμβανει ένα προφανες προβαδισμα.

Μια απ’ τις πιο αποδοτικες αξιοποιησεις του παραπανω είναι τα ραπ μυθιστορηματα. Οι δισκοι που λενε μια ιστορια όπως ένα βιβλιο ή μια ταινια θα εκανε, φεροντας βεβαια τις δικες τους τεχνικες ιδιαιτεροτητες στην παρουσιαση. Πρωτοποριακο και εντυπωσιακο παραδειγμα ειναι το «Prince Among Thieves».



Prince Paul: Οχι ραπερ ή beatmaker αλλα διευθυντης παραγωγης δισκων. Είναι το προσωπο πισω από την ιδρυση των Gravediggaz, κι εχει συνεργαστει με σχεδον περισσοτερους mcs απο τον αριθμο των επεισοδιων του One Piece ή των οπαδών Οπαδών του Ολυμπιακού (ναι, και otaku και ποδοσφαιρικο σχολιο μαζι, ειναι θεμα μαρκετινγκ). Στη δευτερη προσωπικη του δουλεια σκαρωσε-οργανωσε ακομα ένα concept album, επιστρατευοντας μερικους κορυφαιων δυνατοτητων καλλιτεχνων των 90’s: Breezly Brewin, Kool Keith, Big Daddy Kane, Big Sha, Chubb Rock, Biz Markie, De La Soul, Everlast, Sadat X (από Brand Nubian), Xzibit, Kid Creole, Special Ed, Chris Rock, RZA,  Buckshot, ODB και λοιπα. Εβγαλε τον καλυτερο εαυτο τους, ως χιπ-χοπ σκηνοθετης, αφηνοντας ένα διαμαντι στην ιστορια του ειδους, μια ισχυρη βαση για αφομιωση και εμπνευση.

Η υποθεση εχει ως εξης: ο Tariq (Breezly Brewin) είναι ενας νεος φέλλα που ζει με τη μανα κι εχει σκατα δουλεια, καθολου λεφτα και θελει να γινει ραπερ. Ευτυχως του εκατσε καλα και κανονισε μια συναντηση με τους Wu Tang, ωστοσο χρειαζεται καποια φραγκα ακομα για να ολοκληρωσει το demo του ώστε να τους το δωσει κι αν όλα πανε καλα να γινει το ντιλ. Προτρεπομενος από τον κολλητο του, True (Big Sha) αποφασιζει να σπρωξει κρακ για καμια βδομαδα, ώστε να καλυψει την αναγκη του και να βαδισει προς το ονειρο του. Ως που τα πραγματα τα παιρνει ο Εωσφορος και κατρακυλαν απ’ το ψηλοτερο βουνο της κακοτυχιας. Δε θα πω παραπανω, μισω τα spoilers οσο η Margaret Thatcher την εργατιά.

Το ολο πακετο αποτελειται από 35 κομματια, εκ των οποιων τα μισα περιπου είναι συντομα interludes που κατευθυνουν τη ροη της ιστοριας, αλλαζουν τα κεφαλαια και δινουν τις πιο κρισιμες πληροφοριες. Το ραπ μερος είναι στην ουσια η επεκταση τους, αναλυουν, προσθετουν πληροφοριες, περιγραφουν τις καταστασεις μεσω πρωτοπροσωπης αφηγησης ή διαλογου.
Το υφος ηχητικα είναι απολυτα συνδεδεμενο με το συναισθηματικο αντικτυπο των γεγονοτων της υποθεσης. Βρισκεις μεσα τα παντα, στα street, βεβαια, πλαισια, από δραματικες μελωδιες, 90’s bangers, chill out στιγμες και τσιτωμενα χιπ-χοπ πριονια. Χωρις εξαιρεση η μουσικη είναι η αφροκρεμα των εγχειρηματων της εποχης. Το boom bap στις πιο ζωντανες του φασεις. Επιπλεον, το background στα inderludes βοηθα αριστα το ρυθμο να διατηρηθει και να εκφραστει περαιτερω.
Τεχνικα/ερμηνευτικα ο πρωταγωνιστης με επεισε από τις πρωτες στιγμες. Μπηκε σφηνα στα παπουτσια του Tariq. Αλλωστε ειχε περπατησει ηδη, πιθανοτατα, εκει, όπως οι περισσοτεροι συμμετεχοντες. Οι αλλαγες στον τονο και τη χροια του σε κανουν να προσηλωθεις στην αφηγηση. Το ραπ είναι από τα πιο ευγευστα της κατηγοριας μαυρος-ημιμεσοαργος mc. Το ιδιο και οι υπολοιποι βασικα, αλλα ο πρωταγωνιστης μου εκανε τη μεγαλυτερη εντυπωση, κι ηταν σωστη αποφαση που δεν επιλεχθηκε καποια πασιγνωση φωνη για τη δουλεια.

Δεν εμεινε κατι άλλο να πω για την αξια του δισκου. Το concept καταφερνει με παραστατικο τροπο την αποδειξη ορισμενων αιωνιων ζητηματων. Μας καλοσωριζει σε μια πολιτικα και ηθικα αποσυντιθεμενη  πολη, στο φυσικο επομενο της φτωχιας και της εξαθλιωσης. Τιμα το ξεκινημα του hip-hop εγχειρηματος αναλυοντας το κοινωνικο υποβαθρο της εξελιξης του, κανει σταση στην ανισοτητα ταξεων και εξουσιας, βαζει στο μικροσκοπιο τον υποκοσμο αλλα και αξιες όπως η φιλια.

Το «Prince Among Thieves» ηταν μια επιπλεον αφορμη που μ’ εκανε ν’ αναρωτηθω ποσο διαφερουν οι συνθηκες διαβιωσης μας από τις μαυρες γειτονιες της αμερικης, πια, και ποσο τα πραγματα εχουν αλλαξει. Σιγουρα ζουμε λιγο πιο ανετα και αρκετα πιο κλεισμενοι σπιτι τωρα αφου εχουμε τους υπολογιστες να το συζηταμε στα blog, οσο δε μας κοβουν το τηλεφωνο, ωστοσο όλα πανε με παρομοιας διαθεσης ροπη. Δεν εχουμε τους λευκους να μας υποτιμουν και να μας υποβιβαζουν επειδη ημαστε μαυροι, εχουμε όμως τους χρυσαυγιτες να λαχταρουν το θανατο μας στους δρομους για ακομα περισσοτερους λογους. Δε βρισκουμε δουλεια ποτε κι αν γινει ο μισθος είναι αναξιοπρεπης, ο χρονος χαμενος, κατι που σ’ αποτρεπει απ'το να ξεκολλησεις απτη μανα σου, η πρεζα θεριζει τον κοσμο που δε την παλευει καθολου κι ο κοσμος που την παλευει λιγο σκεφτεται αν τη παλευει οντως και τι χειροτερο θα εφερνε σ’ αυτόν η πρεζα. Ψοφος από δω κι από κει, στροφη αποκλειστικα στο κυνηγι της επιβιωσης και οι μπατσοι γυρω γυρω και πανω απ’ το κεφαλι σου ασκουν περιτεχνα νταβατζιλικια και τραμπουκισμους.

Η μονη διαφορα είναι ότι τωρα δε μπορουμε να τη βγαλουμε λιγο καθαροτερη με το να κλεισουμε συμβολαιο με μεγαλη δισκογραφικη. Damn.

Flow/Ερμηνεία: 8.5/10
Στίχοι: 9/10
Μουσική: 9/10
-8.8



Biz Markie-The Biz Never Sleeps (1989)

Δε θα ορκιζομουν πως το συνειδητοποιησες, την ωρα που ενας κεραυνος σε πεταξε απ’ τον υπνακο που απηχε του σταδιου REM οσο εσυ απ'τη νηφαλιοτητα, ωστοσο ξημερωνε Κυριακή. «Δεν επρεπε να πιω τοσα ναρκωτικα»: βολταρει στο κεφαλι σου εδώ και κανα τεταρτο ενόσω το κρατας για να μην πεσει. Ολοι οι στιχοι των Bong Da City γυρνανε αντιστροφα και σου επιτιθενται ψυχαναγκαστικα. Εμετος, χολη και ενας ματωμενος οισοφαγος σε κανουν να μετανιωνεις παραδειγματικα για τοσα και τοσα λαθη.

«Εχω και σχολειο αυριο… γαμω το θεο μου… θα μεινω παλι στη χρονια… φταιει αυτή η καριολα η Ελένη. Από τοτε που την ξεμουνιασα που 'χει βαλει το πουτσο σε γυψο με τις μαλακιες της. Φταιω εγω ο ηλιθιος που ασχοληθηκα με τις τρυπες της και τρεχω κοντα της σα να 'ναι λεφτα. Δε της αλλαξα τα φωτα χθες –εβλεπε κοσμος– αλλα θα δει σημερα. Θα τη γαμησω κι αυτή κι εκεινο το μπασταρδο το «φιλο» της μεχρι να ξερνανε αιμα».

Σηκωνεσαι παραπατωντας, πας προς το μπανιο με αποφασιστικη ορμη και τα βγαζεις όλα στη φορα. Σκεφτεσαι να κανεις κανενα ντους για να διωξεις τη μπιχλα ξερατων, καπνου, ιδρωτα και οινοπνευματος από πανω σου. Ασε που τα χωματα από την οικοδομη που τσακιστηκες χθες με το μηχανακι πραγματοποιουν ακομα συνεδριες στις φυτρες των μαλλιων σου. Πριν προλαβεις να αποφασισεις γλιστρας σ’ ένα κοκτειλ υπολειμματων βοτκας και ουρων. Χτυπας το δοξα πατρι στο νιπτηρα λες κι επροκειτο για το μελλον της Ελενης. Δε πηρε και πολύ να χαιρετισεις το απολυτο σκοταδι.

Ο,τι και να ‘γινε όμως, δε θα περιμενες ποτε να σου απαντησει μ’ ένα βραχνο «yo», υστερα απο ακαθοριστο διαστημα αναισθησιας. Προσπαθησες ν’ ανοιξεις τα ματια σαν να σηκωνες το θηριο πριν το δακτυλιο στομαχου, μονο για ν’ ανακαλυψεις πως δεν ηταν η αβυσσος του μηδεν που αποφασισε να τα πειτε σαν δυο κουλ φιλαρακια αλλα ενας περιεργος τυπος, τοσο αφροαμερικανικης καταγωγης που τα μαλλια του, σηκωμενα και φουντωτα, κοντευαν να φτασουν το ταβανι, με το στρογγυλο τους σχημα. Φορουσε ένα κοκκινο σακακι, μπλε παντελονι και κατι παλιομοδιτικα γυαλια. Ξεχυλιζαν το δωματιο με τοσο γκρουβ που κοντεψες να μην προσεξεις καν το τρανσφορμεροειδές boombox στους ωμους του. Δε φαινοταν να μιλουσε ελληνικα. «Hi», ξεφωνισες με το εναπομεινον σθενος. Τα θελε, ο κωλος σου γιατι το «iz mza mza a r k I e emeza emeza emeza A-Rrah-K-I-E» που εισεπραξες μπερδεψε ακομα περισσοτερο τα πραγματα αντι να δωσει φως. «Do you speak English?», αποκριθηκες μη βαζοντας το κατω. Ο τυπος χαμογελασε, σε πλησιασε σε αποσταση αναπνοης και χωρις να σου χαρισει λεξη αρχισε να κανει beatbox με τρομακτικη χαρα. «I don’t understand» τραβλισες βηχωντας και όχι εντελως ορθιος ακομη. Ο μυστηριος σουρρεαλιστης δε πτοηθηκε. Εβγαλε απ’ την τσεπη του ένα σιντι, το αφησε στα ποδια σου και εξαφανιστηκε μεσα σε πρασινους καπνους και ηχους από κυμβαλα στοματος. Όταν ξυπνησες δεν ειχα ακομα ξημερωσει.



Πρεπει να ‘ταν 3. «Τι σκατα ονειρο γαμω τον αλβανο μου» πηγε να ελευθερωθει από τα δοντια σου, όταν προσεξες πως ειχες αφεθει στα κρυα και βρωμικα πλακακια του μπανιου, αγκαλια με το ιδιο σιντι που σου εδωσε ο σχιζοφρενικος beatboxer. Εγραφε πανω «The Biz never sleeps». Το εξωφυλλο κοσμουσε η φατσα του προαναφερθεντος παλαβαρη επισκεπτη μεσα  σε εργαστηριο χημειας. «Μαγειρευει και σισα ο παπαρας;» αυτος ειχε φτιαξει τη μαλακια που με γαμησε το βραδυ; Μεχρι και τραβελι πηγα να πηδηξω. Ευτυχως που κρατηθηκα και δε το σκοτωσα το μαλακα με τη περουκα που με φιλησε». Εχοντας ανακτησει καποιες δυναμεις απ’ την ακουσια ξαπλα κι οντας σε εγκεφαλικη διεγερση από την ισως όχι και τοσο ψευδαισθηση που βιωσες, πηγες στο δωματιο να αναισθητοποιηθεις και μια φορα συνειδητα. Μολις όμως μπηκες μεσα αντικρισες το ιδιο boombox που κραταγε ο μαυρος Heisenberg των 80’s, ανοιχτο κιολας, κι ουτε «νταφακ» δεν ειχες αντοχη να δηλωσεις. «Δε με θελει σημερα. Γαμηθηκε που γαμηθηκε το συμπαν –θα το πηρε κι αυτό η ελενη– ας βαλω το σιντι να παιξει, να δω τι μου εδωσε ο τελειωμενος ο Biz Markie. Τι άλλο μπορει να παει στραβα…».

Ξαφνου το θολωμενο βλεμμα σου καθαρισε απ’ το γεγονος. Σταθεροποιηθηκε. Τ’ αυτια σου επαψαν να βουιζουν, το τρυπανι που ειχε μετακομισει αυθαιρετα στο πισω μερος του κρανιου σου την εκανε με ελαφρα. Καθοσουν προσηλωμενος στον ηχο και το στιχο του ραπ δισκου που μολις ειχε εισβαλει. Ως δια μαγειας η διαυγεια επεστρεψε παρεα με μια διαθεση που ειχες καιρο να νιωσεις. Ηθελες να χορεψεις, σαγηνευμενος από τα oldchool but funky fresh beats, τον μινιμαλισμο σκονισμενων breaks, γεματων ψυχη, γοργοποδαρων μπασσογραμων και στυλατων διακριτικων μελωδιων, οροσημων της αισθητικης μιας περασμενης δεκαετιας, όμως η προσοχη σου επρεπε να μεινει στο στιχο, κατι που δε θα επετρεπε το γιορτινο κοπανημα. Το ραπ ηταν αργο και καθαρο, ευληπτο, δε θυμιζε σε τιποτα το σημερινο αγγλοφωνο, με την αναρχη συνταξη και μια αργκο εκφραση που επρεπε να μελετησεις ωρες για να κατανοησεις εντελως.


Ναι, τα επιανες όλα με τη μια, και τί επιανες! Τα λογια του mc μιλουσαν στη καρδια σου, την αληθινη καρδια σου, όχι εκεινης της σκληρης, αδιαλακτης, απροσεκτης εκδοσης της. «Γιατι να ασχοληθω τοσο με μια κοπελα που με παρατησε ώστε να την χτυπησω; Εκανε την επιλογη της, ναι, σιγουρα ηταν μεγαλο λαθος που ειπε ψεμματα ότι ηταν απλα φιλος αλλα πρεπει να σταθω στο υψος μου, να φερθω συμφωνα με τους δισκους μου ηθικους κωδικες και χωρις να υιοθετω σεξιστικες συμπεριφορες. Ουτε είναι λογος βεβαια αυτά να μην παω  παλι στο σχολειο και να μεινω, ή να πηγαινω για υπνο χωρις μπανιο γεματος σκατα. Ερχεται η ανοιξη, ολο και καποιο ομορφο και σωστο κοριτσι θα βρεθει για μενα. Θα την αγαπησω, θα με αγαπησει και μαζι θα ξεπερασουμε ο,τι προβλημα είναι εφικτο να ξεπεραστει. Πρεπει αλλωστε να βρω και το θαρρος να μιλησω στη Μονικα. Ξερω ότι περασαν χρονια από τοτε που ημασταν παιδια και παιζαμε στην αμμο του εξοχικου… ποτε δε βρηκα το θαρρος να της μιλησω για τον ερωτα μου, που τοσο καιρο δε λεει να σβησει. Θα την παω σ’ ένα ωραιο μερος να χορεψουμε, χωρις τριπακια και βλακειες, θα ανοιχτω επιτελους. Ξερω ότι δε μπορω να παρω πισω τα λαθη που εχω κανει… νιωθω τυψεις τωρα που το θυμαμαι και γι’ αυτό το τραβελι που χτυπησα χθες. Επρεπε απλα να της πω πως δεν ενδιαφερομουν και να φυγω. Από δω και στο εξης θα μαθω να σεβομαι μειονότητες που δε με βλαπτουν και θα φροντιζω για το μελλον μου με κάθε τροπο. Προλαβαινω ακομα να παω σχολειο. Πρεπει να 'ναι εξι και μιση. Θα βαλω το σιντι στο repeat, κανοντας ένα μπανακι. Ευχαριστω Biz Markie!».

Flow/Ερμηνεία: 7/10
Στίχοι: 7/10
Μουσική: 7/10
-7



A$AP Rocky-LONG.LIVE.A$AP (2013)

Δεν εκρυφα παντα ένα καγκουρα μεσα μου. Μικροτερος αποκτουσα κάθε τευχος του Max Power, την πρωτη μερα της κυκλοφοριας του, το διαβαζα σαν ευαγγελιο, σε κοινη θεα και κολλουσα τη διπλη αφισα –στη μια ένα μοντιφαρισμενο αυτοκινητο, στην άλλη μια γκομενα με τακουνια και κοκκινα δαντελωτα εσωρουχα που ζυγιζαν τα πλαστικα βυζια της κι εκρυβαν το 24ωρο ιχθυοπωλειο αναμεσα στα ποδια της– στο δωματιο μου. Το από ποια πλευρα επιθυμω να το κρατησω για τον εαυτο μου.

Οι ατελειωτες ωρες need for speed και εξορμησεων στα virgin stores για την αποκτηση του επομενου δισκου του 50 Cent, ειτε στα περιξ για την αγορα καποιας λαμπερης αλυσσιδας, γεμιζουν με δακρυα την αστεγη underground γενειαδα μου. Ηθελα να γινω και σχεδιαστης αυτοκινητων/videogames/ραπερ παναθεμα με. Τελικα εγινα ντουλαπακι φαρμακειου.

Παρολαυτα, περαν του εμπλουτισμου των ενδιαφεροντων μου, δεν απαρνηθηκα τις ριζες. Στην περιπτωση μας την καγκουρικη αισθητικη. Βασικα, γιατι να την πουμε καγκουρικη; Ναι, δε λεω, κάθε ειδος αγαπης για κατι όπως είναι το Fast & Furious ή ο Doseone δε μπορει παρα να χαρακτηριζεται με βαση το ιστορικο του πλαισιο και τα lifestyle που εκεινο επιφερει, με τις διακυμανσεις που αναπτυσσονται. Αλλα αν απομακρυνεις το να καυλωνεις με κοντρες ή με το just a little bit από τα κοινα στοιχεια του να θες να δειξεις στον φουλαρισμενο από κρεατινη και τατουαζ τρανσάκια φιλο σου ότι εισαι πιο γαμίκουλας από ‘κεινον, μενει στο τελος ένα γυμνο, καθαρο αντικειμενο, συμβατο με το οτιδηποτε, εφοσον μιλαμε για κατι που εχει δυνατοτητα υπαρξης και χωρις ιδεολογικα στοιχεια.
Πχ το trap σαν μουσικη γαμαει. Μεγαλοπρεπης χορος επι παγου από subbass με παρτενερ πυρωμενα hats που σπαρταρανε στο χωροχρονο. Ομορφη φαση. Αποζητας εξαντληση του οργανισμου σου ή κι ακομα τη χαλαρωση, με λιγοτερο mainstream υλικο; Εδω εισαι. Απ’ την άλλη οσα ειπα στην προηγουμενη παραγραφο αυτοαναιρουνται όταν δεν προκειται για ορχηστρικο trap –τιτλοφορουμενο συχνα ως trap and bass λογω του ομωνυμου καναλιου στο yt– αλλα για τη ραπ εκδοχη, καθως τα κυριαρχα θεματα στιχουργικα είναι το να καυχιεσαι που α) ντυνεσαι με πρασινα σνικερς, χρυσα ρολογια και μπαντανες που συνολικα κανουν πιο πολλα απ’ οσα δινει Stan το χρονο για τη γκαρσονιερα του, τα ρουχα, τη διατροφη των μπασταρδων και για να μην τις τρωει απ' το Θύτη β) πουλας ηρωινη σε αστεγες εγκυες γυναικες γ) κλωτσας στην κοιλια τις αστεγες εγκυες γυναικες αν λερωσουν τα λαμπερα παπουτσια σου ξερνωντας τον πλακουντα τους. Θα μπορουσα καλλιστα να πω «ξεχνα τους στιχους, εστω σπασε πλακα μ’ αυτους, κι απολαυσε το ολο αποτελεσμα» ωστοσο καποιος πιστος αλκοολικος ευφυεστατος φιλος μου θα μπορουσε ν’ απαντησει: «ναι αλλα αυτό δεν είναι αρκετα ωριμα να το αντιληφθουν τα αγορακια που θα κυνηγας μολις γινουν barely legal γιατι εισαι ενας εξαιρετικα νομοταγης πολιτης». «Ασε με ρε», θα ηταν η μονιμως υποθαλπουσα αυτοκαταστροφη απαντηση μου.



Άλλο ένα γεγονος είναι πως ποτε δε σταματησα να εκτιμω την αξια των mainstream beats. Αγαπω –με τροπο– το instrumental του «Α milie» σχεδον οσο του «bottle of humans». Στο δισκο που θα κριτικαρω όμως δεν εχουμε τετοιο ζητημα διαχωρισμου: Παραγωγικα είναι μοναδικος.

Η αρχικη επαφη μου με τον ASAP Rocky και το κουμασι του ηρθε με τα κομματια «peso» και «purple swag» (mixtape live love asap) αποδεικνυοντας ακομα μια φορα ότι, μεχρι ένα σοβαροτατο σημειο, rap hits κανουν τα beats κι όχι το ιδιο το ραπ. Ηταν λιγο πριν το debut album για το οποιο γινεται λογος. Μολις βγηκε λοιπον εσπευσα να το «αγορασω» και να το βαλω στον παιχτη μου. Σημαντικο ρολο στην αποφαση επαιξε και μια διαδικτυακη συζητηση με τον almighty υποχθονιο, που εστειλε το πρωτο, κι εν τελει τελειοτερο, κομματι του δισκου. Δεν αργησα να μπω σε σκεψεις. Πώς στον Πρετεντέρη ασχοληθηκε ενας ακυρος μπαφακιας τρεντυ σκυλάραπας με τη συγκροτηση ολου του προσωπικου –πανω από 50 ατομα– για μια τετοια μουσικη παραγωγη; Δεν είναι απλα επαγγελματικη και αποδοτικη, είναι καινοτομα αισθητικα. Εχει αυτος ο τελειωμενος τετοιο γουστο για να τον εκφραζει και να παταει από πανω ή είναι το εργο καποιου σκοτεινου μανατζερ/παραγωγου; Γιατι δεν βολευτηκε με καμια σαπιλα τυπου Tyga;

Anyway, αν προσπαθουσα να χαρακτηρισω σωστα αν και λιγακι αοριστα και ποζερικα τα beats θα τα ‘λεγα post-trap. Προκειται για μια συνεργασια διαφορων τροπων παραγωγης. Του κλασσικου χιπ-χοπ τροπου, του σημερινου EDM, φυσικων οργανων και γυναικειων back vocals. Breaks του ’60 δεσμευονται αρτια με synth riffs, trap hats και πλαστικα τυμπανα, υπερστρετσαρισμενες λουπες, mid-range bass, αν και οι ιδιομορφες γραμμες από sub-booms κυριαρχουν. Το αποτελεσμα είναι μια ατμοσφαιρα που αλλοτε σε παροτρυνει να θες να κανεις ηλιθια πραγματα κι αλλοτε να γουργουριζεις σε XXYYXX mood. Πολλες φορες και τα δυο μαζι, πραγμα που αποτελει μαλλον ένα από τα κυριαρχα χαρακτηριστικα της συγχρονης μουσικης.

Ο Asap Rocky φερνει εις περας το ρολο του ως αρχοντας της τελετης, κουναει το πληθος με στυλ, ειτε χωνει αρχα ειτε ρολλαρει, τραγουδαει ή κανει τη φωνη του να μοιαζει με cartoon parody αφροαμερικανικων γλωσσικων ιδιωματων. Ασχετα αν μας προκαλει καψιμο στις ρογες με το ποσο γρηγορα αναβουν τα φλας όταν περπαταει, τρεχουν για XXL σακουλες οι υπαληλοι της τραπεζας σαν παταει με τα prada του στην εισοδο ή κραζει τους ραπερς που ασχολουνται με άλλα θεματα εκτος απ’ αυτά. Ξερω πως καταβαθος εχει αγνη ψυχη που εχει παγιδευτει στο παραδοξο διχτυ του νέου κυματος της μετροσεξουαλμάτσο συμπεριφορας. Οι εποχες «αλλαζουν» με περιεργους τροπους, βλεπεις.

Το τελευταιο που μου κανε εντυπωση είναι πως τα beats του Long Live Asap μ’ αρεσουν περισσοτερο όταν ακουω ολοκληρο το δισκο παρα μεμονωμενα. Μεινετε συντονισμενοι γιατι ακολουθουν πιο κουλτουριαρικα πραγματα στη συνεχεια.

Flow/Ερμηνεία: 7/10
Στίχοι: 5/10
Μουσική: 8/10
-6.6



Queen Latifah-Black Reign (1993)

«Τοσο καιρο μας τα ‘χεις κανει ομελετα με την κριτικη πανω στο σεξισμο του δρομου μπολικων δισκων που ακους, ώστε να κρατησεις καθαρο το ιδεολογικο σου κουτελο, ένα όμως αντιπαραδειγμα δεν εχεις προωθησει». Α, δεν ηταν το θεαμα του βιασμου και ο βιασμος του θεαματος αρκετα ξεκαθαρο για σας; Όχι; Καλα.

Η Queen Latifah ανηκει στη σπανια μεριδα ανθρωπων που το ψευδωνυμο τους τους κανει να ακουγονται μυστηριες εξελιγμενες ανθρωποειδεις οντοτητες που κατοικουν σε πυραμιδα. Εκπαιδευουν φιδια στον ελευθερο χρονο τους και γενικα εχουν μαγικες δυναμεις που βαφουν τα ποταμια μαυρα. Κι ωστοσο εγινε ελεγκτης μικροφωνου. Και το κανε πολύ νωρις, πριν ακομα αρχισει το Jumbo να πουλαει προφυλακτικα (ω ναι). Ηδη στα τελη των 80’s εβγαλε την πρωτη της δουλεια, «All Hail the Queen», ένα παρταδικο δισκακι-μωρο αρκουδας. Τεσσερα χρονια αργοτερα εσκασε το πιο νιουσκουλάδικο «Black Reign», για να δειξει ποια κανει κουμαντο στη φτωχογειτονια.



Το εξοφθαλμο με την Βασίλισα μας είναι πως δεν ακουγεται σαν στρουμφακι που αγκομαχα, όπως τοσες mcs του φυλου της, διατηρωντας παραλληλα την μοναδικοτητα του χρωματος των γυναικειων ραπς. Εκτος αυτου είναι και πολυμηχανημα. Περαν του τεχνικα αρτιου flow της τραγουδαει κιολας, σε μπολικα ρεφρεν, πολύ επιτυχημενα. Αλλωστε υστερα από την ιμπεριαλιστικη της κινηση προς τη ραπ σκηνη στραφηκε σε καριερα τραγουδιστριας. Τα πηγε παραπανω από κομπλε. Εγινε ηθοποιος παιζοντας σε κατι cheesy κοπιες/μεταφορες του γαλλικου taxi και μια άλλη που εκανε την κομμωτρια (που επρεπε ν’ ανακαινισει το μαγαζι της σωζοντας το από τις οικονομικες δυσκολιες και νικωντας τον απεναντι, ολοκαινουριο και χλιδατο ανταγωνιστη, που μπορει να ειχε λεφτα, αλλα δεν ειχε ψυχη στο κοψιμο τριχας. Πειτε ό,τι θελετε, εμενα μ’ αρεσε). Εκανε και stand up comedy. Και γενικα αγαπω το φωτεινο της χαμογελο οσο στερεοτυπο χοντρης λεσβιας και να ‘ναι.

Παραμένοντας στο πνευμα της εποχης, ο δισκος της είναι ένα μειγμα του «χωνουμε ριμες για να διασκεδασουμε στο γκεττο», «λεμε για την καταπιεση που τρωμε απ’ τη λευκη φυλη» και «βαζουμε μερικες ερωτικες ιστοριες ετσι για να εκφρασουμε την αναψοκοκκινισμενη μας καρδουλα». Οι οποιες θα θελα να ταν λιγοτερες, αλλα ισως φταιει που δεν εχω ερωτικη ζωη. Το highlight στιχουργικα, λογω της σπανιοτητας στο ειδος και του νεαρου της εποχης είναι οι φεμινιστικοι της στιχοι. «You gotta let them know, you aint a bitch or a how». Επιβαλλοταν να μιλησει καποιος για την αντικειμενοποιηση της γυναικας στο ραπ κι ευτυχως το εκανε η Latifah με εξαιρετο τροπο, αφου, στο U.N.I.T.Y., όχι μονο προτασσει την ενοτητα στα φυλα αλλα μιλαει και για ισοτητα. Γιατι το λεω αυτό; Γιατι μιλαει στ’ αληθεια για ισοτητα. Δε λεει, σαν μερικες μερικες, «πρεπει να πατησουμε τα κεφαλια των αντρων στο πατωμα και να τους βαλουμε να φορανε σωβρακα από λεπιδες (ή αν δειξουν καλη διαγωγη πουτσοκορσέδες), να μαθουν αυτοι.». Σχολιαζει μαλιστα και το μεριδιο ευθυνης που εχουν καποιες γυναικες στο πως τους συμπεριφερονται. Πολύ σωστη. Μετα τον υλιστικοτατο στιχο «δε ζηταω από έναν ανδρα να μου αγοραζει πραγματα, ευφυια θελω» (σ’ ένα άλλο τρακ) αποφασισα πως αν δεν ημουν butt-pirate κι εκεινη λεσβια, αν δεν ειχα θεμα με το θεσμο γενικοτερα κι αν δεν ηταν ηδη δεσμευμενη, θα την παντρευομουν.

Επιλέγοντας παρομοιο μονοπατι στην ιδια περιπου χρονικη στιγμη με τους A tribe Called Quest, τα beats ανηκουν στην λεγομενη jazz-rap υποκατηγορια. Σαμπλακια τετοιου πιανου και τρομπετας, live παίξιμο παρομοιων οργανων, παρεα με κλασσικα drum loops και κατ’ εξαιρεση στοιχεια ρεγκε και soul. Τα μονα που μ’ εκαναν να σκεφτω «πωωωωω γαμαει» είναι το unity και το Winki’s theme, οι λοιπες παραγωγες όμως είναι ικανοποιητικα ευχαριστες.

Θα γουσταρα παρα πολύ να εμφανιζοταν στ’ αυτια μου μια ελληνιδα εμσι με καλη φωνη και στιχο, αλλα δε βαριεσαι… που να ξαχνεις να βρεις αρχαιο σπανιο ποκεμον τωρα. Η Queen Latifah ετοιμαζει comeback και η 4χρονη αδερφη μου παρισταται σε μαθηματα freestyle. Nuff said.

Flow/Ερμηνεία 7/10
Στίχοι 6.5/10
Μουσική: 6.5/10
-6.6



R.A. the Rugged Man-Legends never die (2013)

Το να κανεις ραπ λεγοντας πως εισαι αρχαίος τιτάνας της μεγαλειοτητας μου δινει καμια φορα την εντυπωση οτι είναι πιο δυσκολο απ’ το να κανεις ένα emo-κοινωνικοπολιτικο δισκο σημερα. Στον δευτερο εχοντας decent, καλομιξαρισμενα beats, ένα απλο αξιοπρεπες δεκαεξασυλλαβο flow, αφηγεισαι τα συναισθηματα σου με τροπο λιγοτερο κλισε απo γεγονος συλληψης του DMX ή λες ότι οι φιλοι σου σε προδωσαν, με βραχνη φωνη, σε παραρωγη με sample που ο Άυλος εκοψε πριν από σενα, χωρις ηλιθιοτητες ή μεγαλα φαουλ, εχεις εστω ένα μη ατομικιστικο προταγμα, ειρμο, και δεν εργαζεσαι ως εμπορος παιδικων οργανων ή ελεγκτης, εισαι κομπλε. Αν θες να κανεις PURE HIP-HOP πρεπει και να καιει. Δεν αρκουν τα ανθρωπινα beats, το ok flow και δυο-τρεις ενδιαφερουσες ατακες. Θελει να σειεις τον πλανητη ολοκληρο, να κανεις τον τακι τσαν να διαβαζει βιβλια περαν των κειμενων νεοελληνικης λογοτεχνιας του λυκειου, τον τοτεμ να ψηφιζει συριζα, τον αδερφο μου να ασχολειται μεσα στη μερα του και με κατι άλλο περα από το ποδοσφαιρο. Να ξεχωριζεις, πώς το λενε. Απλα προφανως επειδη σε αντιθεση με το κοινωνικο-πολιτικο ραπ που να την παλευει, hip-hop για τα skills της και το crew της κανει ολη η υφηλιος καθημερινα από τη μερα που πατησε σ’ αυτή το ποδι του ο Αρτέμιος Νεοραψωδός, ειναι λιγο πιο  πιεστικος ο ανταγωνισμος.



Λιγα λογια για την προσωπικη ζωη του Φράνκ: Είναι ενας τυπος με γλυκο προσωπακι που μοιαζει με αυτοκινητο. Θα πεθανει πριν από μενα. Γραφιστας στο επαγγελμα, φιλος μου στο κοινωνικο εργο και συντροφος στο καλλιτεχνικο. Θα τον ελεγα χοντρο ωστοσο τυγχανει να ανηκω κι εγω πια στο συμπαθεστατο ειδος των παχυδερμων, οποτε θα το αποφυγω λεγοντας ότι εχει πλατιά κοκκαλα και σωματοδομη παλαιστη. Είναι αλλωστε μια συνδεση με τον Rugged Man, μην το χαλασουμε γιατι ο Φρανκ ειναι fan, κι ειχε χαρει υπερτατα σαν εμαθε πως θα ερχοταν για live στην αθηνα, μερικους μηνες πριν. Στηθηκε λοιπον εξω από το μαγαζι πριν την εναρξη του σκηνικου, αποφασισε όμως εν τελει να μη μπει ποτε, γυρνωντας πισω, με την αιτιολογηση πως δε νιωθει ωραια να γυρναει το πρωι με λεωφορειο σπιτι του. Να πως διαλεγω τους φιλους μου: Ετοιμαζω ένα ψυχολογικο τεστ. Αν το αποτελεσμα είναι αρνητικο τους παιρνω αγκαλια, δινουμε τα χερια και ορκιζομαστε πως θα ημαστε παντα εκει ο ενας για τον άλλο.

Τελοσπαντων, δε ψηνομουν για το live γιατι παιζαν απειρες καλες συναυλιες και όχι απειρα λεφτα, αφου το να στελνεις τα 8 φετιχ σου με το ταχυδρομειο καθυστερει καπως τη διαδικασιαα του πλουτισμου. Δεν ειχα ακουσει τοτε το Legends never Die. Αν ειχε συμβει θα τα βρισκα τα ρημαδια τα δεκα ευρω, με τον τροπο που μας διδαξαν οι αγαπητες τρανς Tata και Συριανή, και θα πηγαινα με τον Φρανκι, κουβαλωντας τον το πρωι στις πλατες μου, ώστε να μη χρειαστει να χρησιμοποιησει τις αστικες συγκοινωνιες. Ωραιο σιντακι.



Δεν είναι μεγαλουργημα αλλα τα σπανε τα πιο πολλα κομματια, δινουν μια ραπ ατμοσφαιρα ξεσπασματος, «ελατε να χορεψουμε με ριμες» φαση. Ο R.A. ως κλασσικος αμερικανος ασπρουλιαρης ραπερ εχει δουλεψει μεχρι τελικης πτωσεως το flow του ώστε να αποδειξει στην προπατορικη σιγουρια των σοκολατι αδελφων μας την αξια του. Και για να ξεφτιλησει τις δισκογραφικες που, ενω σαρανταριζει και ειναι στη φαση απο την εποχη του Notorious B.I.G. (παιζει και κολάμπο), εχει βγαλει μονο 2 σιντι, το 04 και τωρα, ενω ειχε ετοιμασει αλλα δυο τα οποια δεν κυκλοφορησαν ποτε λογω διαφωνιων, του οτι ο Rugged Man σχεδιασε τη δολοφονια ενος τυπου, εσπασε στον ξυλο εναν αλλο, εκανε κυριολεκτικα τον νταβατζη στελνοντας πουτανες να γαμηθουν με παραγωγους για beats... hustle and flow, ξερεις. Ειναι true και τα πηγε αρκετα καλα ώστε να μπορει ν’ ανακοινωνει περιτρανα στο καινουριο σιντι του «All the other white rappers they can suck my dick. In fact all the black rappers they can suck my dick. In fact everybody out there you can suck my dick». Δεν εχει απολυτο δικιο, ωστοσο διαθετει μια από τις πιο εντυπωσιακες ροες ever, αξεγαδιαστο γρηγορο ραπ, μυριαδες φιαλες οξυγονου για τα πνευμονια του και διαυγεια. Ενταξει, δε μπορω να παραβλεψω πως το αψεγαδιαστο στο flow δεν είναι παντα καλο, υπο την εννοια ότι το υπερβολικα μελετημενο χανει σε αφθορμητισμο (κατι που δε συμβαινει στο Die Rugged Man Die). Εχω σε πολύ υψηλοτερο βαθμο το ιδιο προβλημα με τον Tech9. Οσο για τον R.A, παραμενει οργασμικος.

Για να επιστρεψω με καποιο τροπο στην εισαγωγη: Το Legends never die ξεχωριζει. Και δεν είναι και 100% battle δισκος, εχει μερικα καλα βιωματικα/πολιτικα κομματια. Αλλα το «Learn truth», με τον Talib Kweli, μου ανεβαζει το αιμα στο κεφαλι. Μετα την τριτη ακροαση του αλμπουμ αποφασισα στις επομενες να το σκιπαρω για να μην εκνευριζομαι. «Μαθετε την αληθεια ρε μενζ… χρατς χρατζ γουακαγουορντ! Αυτό που πρεπει να ψαξετε λεγεται αληθεια». Γραφικοτατο ρεφρεν. Και τί μας λενε; Ότι παιδια πεθαινουν, υπαρχουν αστεγοι, υπαρχει πεινα, δεν εχουμε ειρηνη και δημοκρατια… ετσι μονολεκτικα σε στιχους για να κανουν ριμες, χωρις τιποτα ιδιαιτερο, λες και πυροβολανε χορτατοι με τιποτα τρομερες σφαιρες παρεμβασης που μιλανε από μονες τους ριχνοντας φωτια στις παρωπιδες του λαου. Όμως πιο πολύ δε μου την εδωσε αυτό αλλα οι στιχοι «Εμβρυα πεθαινουν από αμβλωσεις χωρις ευκαιρια», «στρατιωτες πανε στο ιρακ και δε ξαναγυριζουν». Καταρχην, θα δωσω τα γεματα βλαστοκυτταρα εμβρυα των γυναικων σου για να τα φαει ο Big Duke, να γιατρευτει απ’ την παραλυση και να ξαναπιασει το ραπ. Κατά δευτερον: Ναι, οντως τι κριμα που τραυματιζονται οι στρατιωτες στο Ιράκ από τους πατεραδες των οποιων τα παιδακια τους εγιναν ζελε σαρκας από αμερικανικες βομβες. Ευχομαι να τους φανε τα σκουληκια το γρηγοροτερο δυνατο, θα ναι πιο χρησιμοι ως χωμα.

Κι εδώ φτανουμε σε κατι που θα ‘πρεπε να ειπωθει εξαρχης αλλα δε με νοιαζει: ο τιτλος του αλμπουμ είναι αφιερωμενος στον αποθανοντα πατερα του Rugged Man, ο οποιος ηταν Nam Vet. Υπαρχει κι ένα αποχαιρετιστηριο τραγουδι για το πώς τον αντιληφθηκε μεσα από τα ματια του ο mc. Είναι μεσα στα καλυτερα της δουλειας. Γενικως τα σημεια που μιλαει για τη ζωη του και τ’ αγαπημενα προσωπα μετρανε πιο πολύ από τις πολιτικες εξαρσεις, αν και οι ριμες που φτυνει με θρασσος για τα media, τη φλωροποιηση της mainstream μουσικης, τις δισκογραφικες και τη χειραγωγηση των μαζων μ’ αρεσουνε. Και οι pop cult αναφορες.

Τα πρωτα τρακς ανεβαζουν το πηχη στο διαστημα. Ανατριχιαστικο intro, φλογες λεξεων στα «Worlds Champion» και «Definition of a rap flow». Ξεσηκωνει. Οι παραγωγες σ’ αυτου του ειδους τα κομματια είναι κατά καποιο τροπο μια εξελιξη του στυλ της προ-προηγουμενης δεκαετιας, εχουν δηλαδη πιο συγχρονη μιξη και υφη, πιο εκτεταμενες οι μελωδιες, συνδυασμος sampling-συνθεσης, beatbox, σκρατσ κλπ. Το ιδιο και με τις πιο χαλαρες παραγωγουλες. Παιζουν και κοριτσοπουλα που λενε ρεφρεν ή απλα ουρλιαζουν, παντα σε στυλ οπερας, στα περισσοτερα τραγουδια, κατι που προσφερει μια μοναδικη wacko ατμοσφαιρα. Meta-brooklyn zoo.

Μου εκατσε πιο βαρυς αυτος ο δισκος απ’ ότι περιμενα, με την εννοια πως στην 1η 2η 3η ακροαση ημουν  με φατσα «καλουτσικο», στην 4-5-6 «πολύ καλο» και στην 7η-8η «fuuuuuuuuuuuuu». Τον παω όταν δε γινεται πολύ αμερικανος. Ειναι feel good entertainer, εχει 4-5 σωστες αξιες μεσα στις 8 λαθος και εξιστορει με χαρη το ποσο πονεσε που πεθανε ο πατερας του και η αδερφη του και ο αδερφος του και είναι φτωχος, ειχε μεινει αστεγος, γερασε,  αλλα κλαιν γιατι γαμαει 18χρονες γκρουπις. Ελπιζω να ξανασκασει αθήνα.

Flow/Ερμηνεία 8/10
Στίχοι 6.5/10

Μουσική: 7/10
-7.1



Skinnyman-Council Estate of Mind (2004)

Skinnyman: Το υποδειγμα πρεζακια που θ’ αποτελεσει το Βρετανικό στιγμα του δευτερου τομου των reviews. 38χρονος Λονδρέζος ραπας του δρομου που το 2004 εβγαλε το πρωτο και μοναδικο του LP. Δε ξερω τι παιχτηκε κι αν εχει σταματησει (αν και το ραπ δε το σταματας, απλα παυεις να δισκογραφεις συνεχιζοντας να γραφεις σε μετρια σπιτικη ποιοτητα τα τραγουδια σου τα οποια στελνεις σε 15χρονα του facebook για να κρατιονται τα αρχιδακια τους ζεστα ως το επομενο μεγαλειωδες comeback tour σου ή ωσπου να χακάρει το pc σου ο blankman και να σε ξεφτιλήσει).

Council Estate of Mind λοιπον. Ένα ημι-κονσεπτ αλμπουμ: από τη μια περιγραφει τις περιπετειες ενός ατακτου νεαρου που του στελνουν κοινωνικους λειτουργους στο σπιτι για να συμμορφωθεί, κι αργοτερα τον πιανουν οι μπατσοι επιτασσοντας του να συμμορφωθει με τους κοινωνικους-κρατικους κανονες με σκοπο να μην καταληξει ένα ενηλικο σκουπιδι. Ο μικρος τους φτυνει στα μουτρα αρνουμενος κατηγορηματικα γιατι θεωρει ότι οι «κανονικοι» ανθρωποι δεν είναι λιγοτερο αχρηστοι και διεφθαρμενοι εγκληματιες απ’ αυτόν και τους ομοιους του, παρα μοναχα καλυτεροι ψευτες. Δανειζομενος δειγματα από την ταινια «Made in Britain» ο δισκος παιρνει αφορμες και τις εκτεινει με ραπ, ταυτιζοντας τες με εμπειριες του Skinnyman, ασκωντας κριτικη πανω σε ζητηματα του εκπαιδευτικου συστηματος, του νομου και της προσαρμογης σ’ αυτή την ευωδιαστη υδρογειο. Την ταινια δε την εχω δει αλλα διαβασα πως ο mr bilf είναι φασιστακος εκει. Όπως και να ‘χει από τα δειγματα διαλογων που κοπηκαν και χρησιμοποιηθηκαν ως interludes δε φαινεται ουτε κατά διανοια κατι τετοιο, οποτε υποθετω πως οι προθεσεις του αλμπουμ παραμενουν οι προαναφερθεισες.
Το υπολοιπο και μεγαλυτερο μερος του Council Estate of Mind είναι μια αγνη αυτοβιογραφια του Skinnyman. Περιγραφει τα σαπια σκηνικα που εζησε και τα μαθηματα που κερδισε απ’ αυτά, δινοντας μια αισθηση κουραγιου και αυτοπεποιθησης, παροτι συνεχιζει να μην τη παλευει και θα του προκαλουσε εκπληξη η παρατεταμενη επιβιωση του. Σε λεπτομεριες δε θα μπω, ολοι οι street poets τα ιδια αντιμετωπιζουν πανω κατω.



Γεννημενες εκ των Adam M, Baby J, Dj Noize και Stoned Soldiers (επικη επιλογη ονοματος), οι παραγωγες βαδιζουν στην ιδια soul/funk/jazz συμπεριφορα της στιχουργικης συμφιλιωμενης με την καταντια δυναμης: Εκπεμπουν καλλιεργημενη λαμψη, καπως σαν να βρισκεσαι στο ηλιοβασιλεμα υστερα από μια δυσκολη μερα. Και μετα να σε παταει αμαξι.

Το flow είναι καλοδουλεμενο, εκμεταλλευεται καταλληλα τη βρετανικη μελωδικοτητα. Ο Skinnyman εχει μια φωνη ουτε πολύ βαρια ουτε λουλουδιστικη, για τα αγγλικα δεδομενα, που στα αυτια μου κολλαει σα μαγνητης με τα beats.

Συμπερασματικα, το δισκακι είναι ονειρικο. Μεχρι το 8ο κομματι όμως. Μετα πεφτει, κι είναι μαλακια γιατι αν συνεχιζε ετσι θα μιλαγαμε για αριστουργηματικη προσπαθεια. Το κακο αρχιζει με το «its over» του οποιου το ρεφρεν θυμιζει διαφημιση ραδιοφωνικου σταθμου δευτερης διαλογης, το grime beat είναι απογοητευτικα αποτυχημενη προσπαθεια του «τωρα θελω να σε κανω να τα σπασεις». Στα επομενα εξι φτιαχνει αλλα ποτε δεν επιστρεφει εντελως. Οι μουσικες είναι αρκετα ευχαριστες αλλα οι στιχοι σε σχεση με τη σκληροτητα του δρομου, τη ρουτινα των απλων ανθρωπων, της παλης με τα ναρκωτικα-τους μπατσους και της αγαπης για το χιπ-χοπ επαναλαμβανονται και κουραζουν. Ασε που το flow δεν μοιαζει εξισου εμπνευσμενο με πριν. Παρολαυτα, στα τελειωματα, εκεινο που μενει είναι επτα υπεροχα κομματια και εξι συμπαθητικα, αρα υπερκομπλε ημαστε.

Flow/Ερμηνεία: 7/10
Στίχοι: 6.5/10

Μουσική: 7/10
-6.8



Dark Lotus-Tales from the lotus pod (2001)

Το «Tales from the Lotus pod» ειν’ ενας horrorcore δισκος μαυρου χιουμορ. Ελπιζω. Ηθελα να φωναξω με ενθουσιασμο καθ’ ολη τη διαρκεια της πρωτης ακροασης (το εκανα οσο πιο διακριτικα γινοταν). Προκειται πιθανως για το πιο παρανοικο ραπ αλμπουμ που χαιδεψε ποτε τρυφερα τα’ αυτια μου, ενώ εξακολουθω να μην ειμαι απολυτα βεβαιος για το αν οι δημιουργοι του είναι πανεξυπνοι ή καθυστερημενοι, οντως ψυχοπαθεις ή wangstas, αν κανουν πλακα ή όχι. Τρεφω την προσδοκια να είναι μπροστινο χιουμορ από διεστραμμενα-κακοποιημενα ατομα που εχουν επιγνωση της καταστασης τους, κι επιλεγουν να κανουν μια ειλικρινη ομολογια και ταυτοχρονα εμπαιγμο αυτης. Να τι θα ‘ταν πιο κουλ.

Το συγκροτημα αποτελειται από τα μελη των Insane Clown Posse και Twiztid. Με τους πρωτους γνωριστηκα στο γυμνασιο μεσω ενός περιοδικου που επεσε στα χερια μου τυχαια και τους εδινε το βραβειο του κομματιου με τα περισσοτερα fuck, «fuck the world». Από τοτε για καποιο λογο δε ξεχασα την υπαρξη τους, ουτε ασχοληθηκα ιδιαιτερα. Το άλλο κρου δεν το ξερω αλλα θα ναι κι αυτοι τιποτα braindamaged loosers που βαφουν τα μουτρα τους με δαχτυλομπογιες, πινουν ένα αναψυκτικο που το λενε faygo, γουσταρουν μαζικες δολογονιες και σκανε 5δολαρα σε κρακοδιψεις πορνες για στοματικο, οι οποιες καπου στα μεσα της σεβαστης αυτης πραξης λιποθυμουν και οι τυποι αναγκαζονται να τελειωσουν τη δουλεια ανεβοκατεβαζοντας το κεφαλι της αναισθητης δεσποινιδος χειροκινητα. Μετα χαραζουν τους βραχιονες τους με ξυραφι και ηχογραφουν κανενα ραπ. Αυτοι είναι οι Juggalos κυριες και κυριοι. Απορω πώς ξεφυγαν απ' την Τατιάνα.



Το σιντι κυκλοφορησε δις. Τη μια περιεχοντας τα κουπλε ενός «Marz», που αποφασισε τελικα πως δε γουσταρε τη φαση γιατι του θυμιζε τις κρισεις πανικου του. Πηρε πουλο απ’το συγκροτημα, μπηκε ενας «Anybody Killa», εγραψε κουπλε στη θεση εκεινων του Marz, αντικατασταθηκαν και επανεκδοθηκε το εργο σ’ ένα χρονο. Εγω την πρωτη βερζιον κατεχω.

Το σκηνικο ξεκιναει με μια εισαγωγη που μας λεει αν θ’ ακολουθησουμε το δρομο της αρετης ή της αμαρτιας. Διαλεγουμε την αμαρτια και παμε στο επομενο κομματι, «Ali baba». Λιγο γυφτικο. Δε νομιζω πως μιλαει για το κλασσικο παραμυθι με το σουσαμι και τους σαραντα κλεφτες. Κατι για πυραμιδες, το Σολομώντα, τις μουμιες λενε, για σφαγες απο αρχαιων δυναμεων του κακου, τις οποιες επικαλουνται, μιλανε αναποδα και ουτω καθεξης. Δεν πολυεπιασα τη μυθολογια στην οποια αναφερεται, κι είναι από τα λιγοτερα καλα του δισκου, αλλα aight, εξαιρουμενης της καταχρησης του reverse. Μετα ευρηματικα ασματα για τις παραισθησεις, φωνες που σε διαταζουν να σφαξεις με νυχοκοπτη την οικογενεια σου, να κανεις κακο στον εαυτο σου θεωρωντας diss το να πεταξεις τα ποδια σου στην πορεια του αυτοκινητου ενός τυπου που σου την ειπε, ε αναρωτιεσαι γιατι κανεις δε σ’ αγαπαει μωρε, όλα όμως επενδυμενα με μια κατά καποιο τροπο ειρωνικα παραδεισένια ατμοσφαιρα που υποστηριζεται ιδανικα απ’ τη μουσικη και τα ραπς. Στιχουργικα επιτυγχανεται με διαφορες τεχνικες όπως του να συνδυαζεις πολύ σοβαρες εκμυστηρευσεις με κατι ακυρο ή εξαιρετικα αναληθες: Ενας παραδοξος συνδυασμος σοβαροτητας, καλτιλας, αληθοφανειας, επιτηδευμενης καφριλας, σπλαττεριας, δυναμισμου και μιζεριας. Σα να μας δουλευουν και να μη μας δουλευουν ταυτοχρονα. Υστερα επεκτεινονται με φρεσκο περιεχομενο: ένα τραγουδι αφιερωμενο στην ψυχολογια των θανατοποινητων πριν εκτελεστουν, νεκροφιλικο ερωτικο story-telling (το πώς γαμησαν 5 νεκρες μουναρες που βγηκαν απ’ τον ταφο τους καθως εκεινοι την επιναν στο νεκροταφιο κι εκεινες διψουσαν για αρσενικους χυμους). Δειτε το Nekromantik, στοιχειωτικα κρυου αερα ταινια. Μετα το παιζουν βρυκολακες και τετοια, λενε πως ποναει το κεφαλι τους, ότι το ραπ ειναι μονο για τις γκομενες και τα λεφτα κι αυτοι δεν εχουν τιποτα απ’ τα δυο και γραφουν ένα τραγουδακι που μου κανε εντυπωση: το “Bad rep”. Θα μπορουσε ανετα να παιξει στο παρτυ του εφηβου αδερφου σου (όπως κι εγω αλλωστε), κι ωστοσο είναι ενας υμνος στο ποσο κανεις δε τους συμπαθει, η μανα τους τους βριζει, ο πατερας τους τους παρατησε, η γκομενα τους λεει ότι την εχουν μικρη, τρωνε ξυλο κι άλλες ευχαριστα δωσμενες αρνητικοτητες. Τολμουν να κανουν και μια προσπαθεια να φανουν οι γαμιαδες της υποθεσης: «ειπε ότι την εχω μικρη αλλα δε μου το λεγε αυτό όταν ειχε τη ψωλη μου στο στομα της». Μα, για να μπορεσει να μιλησει εν ωρα facefuck ξερωγω πρεπει να την εχεις ή οσο ένα σκιουρακι ή να ‘σαι ο Πετσούκης. Ναι, τα κανουν ακομα χειροτερα…

Αναποφευκτα φτανουν στο κομματι «I wanna die». Μπορω να προσθεσω και superb; «Θελω να μαθω την αληθεια. Γιατι ο πατερας μου με παρατησε; Είναι οντως κουβερτα ο ουρανος και τ’ αστερια τρυπες-ενδειξη της αποσυνθεσης της;». «Scientists study me, but they always quit, cuz I eat through my butthole and talk only shit». Ε μετα κατι αλλα, υμνοι ξανα στο σατανα, ευχαριστιες στους juggalos που είναι οι μονοι για τους οποιους νοιαζονται κι ένα outro που δεν υπαρχει κανενας απολυτως λογος ν’ ακουσεις ολοκληρο.

Και οι φωνες είναι λιγο πυροβολημενες. Συχνα βγαζουν απροσδοκητα mainstream υφος και hardcore μαζι, τραγουδανε μελωδικα, χωνουν με λυσσα. Ενας μαλιστα μου θυμιζει τον Nelly. Ικανοποιουν ολοι όμως, κολλανε με το concept και προσδιδουν τρελα αντιθεσης-smoothness-σαρκασμου altogether. Μουσικα ιδιου παπα ευαγγελιο, party hard, τυρι, σκοταδι σαμπα και ηλεκτρικες κιθαρες. Δενουν σαν το τυρι με τα μακαρονια.

Aν δε σας αρεσει αυτος ο δισκος, μαλλον μου αρεσει για τον ιδιο λογο.

Flow/Ερμηνεία: 7/10
Στίχοι: 7.5/10

Μουσική: 6.5/10
-7


Sadistik-Flowers for my Father (2013)

Ω Θεε μεγαλοδυναμε, τί εξωφυλλο είναι αυτό; Ο πατέρας σου πεθανε κι εσυ αντι να σκεφτεις μια δημιουργικη αποχαιρετιστηρια αφιερωση να του κανεις πηγες στο κοντινοτερο ανθοπωλείο της γειτονιας, φερμαρες ενα poster, το σκαναρες και το κανες cover;



Και τί εγινε με τους πατεραδες των ραπερ τελευταια και πεφτουν σαν μυγες;

Και πώς γινεται να εισαι ενας υπερευαισθητουλης ρομαντικος-ενοχικος τυπος και να διαλεγεις το ψευδωνυμο Sadistik; Μηπως αναφερεσαι στους συμμαθητες του σχολειου σου;

Ας δωσω τοπο στην οργη. Τον Sadistik τον μαθαμε για τα καλα με το album του 2008, «The Balancing Act», το οποιο ομολογουμενως ηταν κορυφαιο. Προκαλεσε μεγαλη εντυπωση σ’ εμενα και τα’ αλανια μου αυτή η δουλεια. Τρελες αερινες hip-hop μουσικες, νευρωτικο παραπονιαρικο flow, ηταν το anthem της χειμωνιατικης ατμοσφαιρας. Αργοτερα μαθαμε πως θα συνεργαζοταν με τον Ανδρείκελο, κι ημασταν σε φαση «πςςςς, καλη φαση», γιατι ημαστε αλανια και δε χρησιμοποιουμε εκλεπτυσμενο λεξιλογιο όταν συννενοουμαστε.

Αλλα ας πω μερικα λογια για το βιος του Sadistik. Γεννήθηκε στο Σιάτλ, ξεκινησε την καριερα του το 2007 και τον λενε Cody Foster. Το «Cody» είναι πολύ μπιλφαδικο ονομα που εκπροσωπει επαξια τον ιδιοκτητη του. Χμ, επειδη δε βλεπω και μεγαλη ορεξη να σοβαρευτω, ας με πιεσω να μπω στο ψητο να δουμε τι θα βγει…

Τo «Flowers for my Father» είναι ενας δισκος με 13 κομματια, που επικεντρωνεται σε υπαρξιακες ανησυχιες σχετιζομενες με το θανατο και πληθωρα προεκτασεων του: Το μοιρολοι της απωλειας αγαπημενου προσωπου, η γνωση της συνεχης φθορας και του επερχομενου τελους σε προσωπικο επιπεδο, οι αυτοκαταστροφικες τασεις ως ματαιοδοξη πραξη λυτρωσης, ο κλονισμος των κοινωνικων σχεσεων κι εν τελει η ισως αναποφευκτη, λογω της ηθικολογικης ικανοτητας του ανθρωπου να μετατρεπει τη θλιψη σε δικαιωση, καθαρση. Όλα μεσα απ’ τον «φυλλα κιτρινα πεφτουν ξανα της καρδιας φθινοπωρα» λυρισμο του Sadistik. Η αληθεια βεβαια είναι ότι δε μας λεει και πολλα, συνεχεια τυψιζει και ποναει κανοντας ένα σωρο μεταφορες για να δειξει το σοκ του. Δε λεω να μην απαντησουμε με συμπαρασταση αγοραζοντας το σιντι του, αλλα δε τρελαθηκα κιολας.

Το μεγιστο κομματι του ενδιαφεροντος μου το τραβηξε η μουσικη. Είναι πιο «pop» από το Βalancing Act, αλλα αυτό δεν ειναι απαραιτητα μειονεκτημα. Ή μηπως είναι; Θελω να πω, προσωπικα τουλαχιστον, πιο ευκολα νιωθω ένα σκοτεινο συναισθημα μεσω ενός κολασμενου μπουκοφσκικου πιανου παρα μιας απαλης μελαγχολικης μελωδιας που συνοδευεται από γυναικεια φωνητικα τυπου liquid drum n bass. Ωστοσο, εφοσον δε με καιει ιδιαιτερα να μου μεταφερει την ακριβεστατη ψυχολογικη κατασταση του Sadistik, καθως σημαντικοτερο είναι να πετυχει τη διαδοση οποιουδηποτε καλοδεχουμενου αποτελεσματος, ψηφιζω συν. Υπο τεχνικους ορους, το –λιγοτερο «I said a hip hop the hippie the hippie to the hip hip hop, amd you dont stop the rock it to the bang bang boogie say up jumped the boogie to the rhythm of the boogie, the beat» LP από τον προκατοχο του, αποτελει ένα ηλεκτρονικο μπωλ με μπολικες χουφτες ambient μουσικης, trip-hop και dubstep φιλοσοφιας, post rock ηλεκτρικης κιθαρας και μιας πιτσιλιας trap. Θαναση ακου το, θα γουσταρεις.

Υπευθυνοι για το εγκλημα είναι οι Blue Sky Black Death, A kid Called Computer, Raised by Wolves, Kno, Eric G και ο παιχταρας μας ο ανδρεικελος. Οι BSBD είναι ένα σουπερ ντουετο με instrumental hip-hop ριζες. Ψαχτε τους. Αρχιστε με το «Late Night Cinema» αν θελετε σκοτεινα βιολια ορχηστικου trip-hop με γαλληνιες εξαψεις, μονολογους κασσετων και τα χαρακτηριστικα φωνητικα του ειδους. Αν σας ψηνει η trap φαση τους ακουστε τον τελευταιο δισκο. Σπαω το κεφαλι μου να θυμηθώ με ποια trip-hop μπαντα που εφτιαξε προσφατα trap δισκο τους μπερδεψα. Τελοσπαντων. Ο Ανδρείκελος είναι στη φαση του ηλεκτρονικου hip-hop κι εχει μια ιδιαιτερη επικοδραματικη αισθητικη που πρωτοστατουν κατι μωβ synths, μπλε κιθαρες και διαυγη drums με beat-repeat.  To Gangsta Rap Crew του είναι οι Αποκάλυψις, που εχουν με τον Mc Βενιαμίν. Χωνει κι ο Ανδρείκελος ριμες και το εχει. Τσεκ στο Ο Κύβος ερρίφθη. Από προσωπικες instrumental δουλειες το «Euryphaessa» EP ανεβαζει τα στανταρτς των ελληνικων ηλεκτρονικων παραγωγων κατακορυφα. Αξιζει και το σολο «τι εχουμε πια να χασουμε» που είναι σε λιγακι πιο κλασσικο attitude και εχει και ραπ. Magnum opus του ομως, ειναι πιθανοτατα η δουλεια στο αλμπουμ του Μέγα, Επικίνδυνη ποιηση. Απ’ τους υπολοιπους συντελεστες δεν εχω εμπειρια. Το ολο αποτελεσμα εχει τελεια συνοχη και κουμπωνει αβιαστα με τις αισθητικες απαιτησεις του Sadistik. Ξεχωρισα το «A song for the end of the world» της παρτουζας Raised by Wolves και Eric G. Intellectual Trap As It Should Be. Αυτό και το Seven Devils του Ανδρείκελου, που μεταδιδει ένα πιο βαρυ κλιμα σε συγκριση με άλλες καλες αλλα φλωρικες μουσικες του Flowers for My Father.

Προτου προχωρησω σε σχολιασμο της ερμηνειας του Sadistik θελω να εκμυστηρευθω κατι στριφογυριζει το νου μου καιρο. Οι φωνες των Slug, Sadistik και Eyedea μου φαινονται εκπληκτικα ιδιες. Σοβαρα. Αν μου δινε καποιος το Flowers for My Father, εσβηνε απ’ το artwork τ’ ονομα του εμσι κι ελεγε «τσεκαρε το νεο σιντι του Eyedea» ποτε δε θα φανταζομουν ότι ειχα πεσει θυμα απατης. Εφοσον βεβαια με χτυπαγε με ροπαλο του μπειζμπολ στο κεφαλι, παθαινα διάσειση και ξεχναγα ότι ο πολυαγαπημενος μου Eyedea αναπαυεται εν ειρηνη. Καλα, ναι δικιο εχεις, θα μπορουσε να γινει ζομπι που κανει ραπ, αλλα γιατι πρεπει να χωνεις παντου τον BD Foxmoor; Μολις θυμηθηκα: δεν ανεφερα όταν ελεγα για τους στιχους ότι παιζει και κομματι αφιερωμενο στον Eyedea και τη φιλια τους με τον Sadistik. «God, take off your filthy claws of the rest of my friends… that is of course if they aint already dead…» που εγραψε και ο Sage Francis ένα φεγγαρι.

Οσο για το ραπ του Sadistik, ε τι θελετε ν’ ακουσετε. Καλος είναι, δε μ’ εντυπωσιαζει αυτή τη φορα μα καταφερνει αψεγαδιαστα αυτό που επιχειρει. Δε ξερω αν φταιει που δε κλαιω συχνα τελευταια, αλλα δε με αγγιζει οσο θα περιμενα ο τονος της χροιας του. Ναι, τα τραγουδιστα ρεφρεν στο σιντι, ειδικα του Cesci και του Austronautalis, το κανουνε μια χαρουλα. Δε ξερω.

Πολύ τυψια βρε παιδι μου. Λογοτεχνικα χαρισματικη αλλα νταξει. Beats συνολικα κατωτερα του ντεμπουτου, ραπς το ιδιο, στιχοι παρομοια, αλλά: προσφερει κατι καινουριο και σε τελικη αναλυση ευστοχο, οποτε τί σημασια εχει; Του ευχομαι να ξεπερασει ως ένα σημειο τα υπαρξιακα του, να εμπλουτισει λιγο τη θεματολογια του και να τα γαμησει όλα.

Flow/Ερμηνεία: 6.5/10
Στίχοι: 6.5/10
Μουσική: 7.5/10
-6.8



Prolyphic & Buddy Peace-Working Man (2013)

«-Μα καλα, το ξερεις ότι δεν εισαι παιδι πια; Εισαι ολοκληρος αντρας. Ποτε θα σοβαρευτεις; Ακομα ασχολεισαι με το ραπ;
-Α, ναι. Ψαχνω μαλακιουλες για το Ableton στο pc και μελεταω τις στιχουργικες τεχνικες του Buck 65 και του Necro. Αυριο πρεπει να παω να κανω τον χαμαλη, ξερεις, σεκιουριτιλικια, φυλλαδια, καφεδες σε καλλιγραμμες πλουσιες καριολες που μιλανε για τεχνη με κεφαλαιο «Τ» λουσμενο με κολωνια... Τα συνηθισμενα που θα μου επιτρεψουν να μετατρεψω το παχυ μου εντερο σε λασσο για λιγο.

Πιθανοτατα θα ενθουσιαστω τοσο με το μπασσο των ηχειων μου, θα αργησω εξαιρετικα να κοιμηθω κι ισως με απολυσουν στη δουλεια. Αλλα δε με νοιαζει. Ή θα ψοφισω ή θα κανω την τεχνη μου με κάθε κοστος. Θα συνδεω jacks, θα παιζω pads, θα πετσοκοβω συχνοτητες, θα σκεφτομαι παρηχησεις, αναλυσεις και επιχειρηματα. Θα δουλευω τη φωνη μου και θα τη χρησιμοποιω για να φτυνω στις χυδαιοτητες που μου τη σπανε και με σπανε, αλλα δεν υπαρχει κατι άλλο. Αυτή ‘ν’ η φασηφασηφαση μου. Δε μεγαλωσα και δεν εχω χρονο ν’ αποκατασταθω.»

Η φανταστικη συζητηση που μολις διαβασατε περιγραφει την ψυχοσυνθεση του Prolyphic, όπως την αντιληφθηκα. Είναι μια πασαρελα swag πικρίας, σταθερης φιλοδοξιας και προσανατολισμου ενος παιδιου μαλαμα, που, πριν καποιο διαστημα, παρεουλα με τον υπερπαραγωγο re-animator, ειχε απελευθερωσει ένα δισκο εν ονοματι «The Ugly Truth», το οποιο γαμησε το δια με 1:1 ομοιωμα του Βενιζέλου. Ετσι μυηθηκα. Αναμεσα λοιπον στο ugly truth και το working man μεσολαβει ένα σεβαστο διαστημα χρονου, κατά τον οποιο ο κοσμος του ραπ με τα σακιδια στον ωμο χαρηκε κι άλλες δουλειες, βλεπε «An Alarm Clock Set For 9:01», εκτος από ‘μενα που δεν το ‘ακουσα. Αλλα, τελοσπαντων, τωρα του ‘ρθε να συνεργαστει με τον Buddy Peace και τον τυπαρα που φιλοτεχνησε αυτό το θεσπεσιο εξωφυλλο.



Μεσες ακρες δεν αλλαξε πολύ. Είναι ενας κλασσικος εξυπνος malaka, με αγαπη για το ραπ, που εχει φαει τη ζωη στα μουτρα. Κυνικος, αμεσος, με την ισχυ του πνιγμενου δικιου, γραφει για ο,τι του τη δινει, και παροτι είναι υπερβολικα κυριολεκτικος, συνηθως, δε χανει σε λυρισμο και στυλ. Τα χωνει στη show biz εκτειθοντας σαθρες νοοτροπιες και τον κατακερματισμο της τεχνης, στη μεγαλη ιστορια της εμπορευματοποιησης του συστηματος υγειας, εξαιτιας αλλοτριωμένων γιατρων και φαρμακευτικων εταιριων. Απαιτει τα λεφτα που εβγαλε από τη δουλεια και καμια άλλη σχεση από τις αμερικανικες φιλελευθερες κλικες, βαζει στο στομα του τους δηλητηριωδεις κισσους του οικονομικου συστηματος και για να μην τα πολυλογω μοιραζεται εμπειριες από τον προβληματισμο και την καθημερινοτητα ενός underground rapper στον καπιταλισμο. Χωρις να λεει τιποτα φοβερο τα λεει με ψυχη, εμπνευση, ευστροφια, κι ένα αξιαγαπητο θρασσος. Ο «Full time worker-part time entertainer» πισω στη δραση.

Σε επιπεδο ηχητικου attitude (κι όχι μονο) μου φερνει στο νου το Fallen House/Sunken City του B. Dolan. Εχει παρομοια ανταρτικη φασαριοζικη διαθεση. Τα drums βαρανε στο θεο κι αν δεν ακουσεις το αλμπουμ σε πολύ καλη ποιοτητα rip ή αυθεντικη κοπια και από καλο ηχοσυστημα/ακουστικα, σου μασουλανε τα τυμπανα. Ειδικα αν δεν βρισκεσαι σε υγιη  σωματικη κατασταση θα φερουν πονοκεφαλο. Υπο τις σωστες συνθηκες, ομως, είναι απολαυστικα.

Εναντι των progressive rock δειγματων που ειχε επιμεληθει ο Re-Animator, ο Buddy Peace το παιζει διαφορετικα: Είναι λιγοτερο μελαγχολικος, ακομα πιο free jazz, ηλεκτρονικος, κακοποιει τα breaks του, εκσφενδονιζει τα claps του, κοτσαρει από πανω σκρατσακια και καμια κιθαρα στο χαμο κανοντας τη δουλεια του αρχοντικα. Δεν περιγραφω άλλο γιατι ειμαι αρρωστος και κουραζομαι ευκολα αλλα εκεινο που μου την εδωσε ελαφρως ηταν το ζορι του να βγαλω ολους τους στιχους μεσα σ’ αυτό το πανδαιμονιο, κι είναι κριμα γιατι ο prolyphic εχει πεντακαθαρη αρθρωση.

Χμ, σα ν’ αλλαξε η φωνη του καπως. Εγινε πιο λεπτη, δε ξερω. Όπως και να ‘χει πεταει, δε φαινεται να ζοριζεται στις μουσικες, ερμηνευει με παθος, συλλεγει τις ριμες του, σταθερα αποδοτικος και πορρωτικα αγανακτισμενος…

Αραχτε σπιτι, με ξεκουραστο κορμι, καθαρο νου, flac rip ή το Cd, βαλτε το στο ηχοσυστημα σε δυνατη αλλα όχι dubstep ενταση, πατηστε play και δε θα το μετανιωσετε. Ειδαλλως, συμφωνα με την ταπεινα εγωπαθη μου αποψη, δε θα παρετε και τους δρομους ζητωκραυγαζοντας. Αλλα στηριχτε το καλο χιπ-χοπ κι όλα θα γινουν ;-)

Flow/Ερμηνεία: 7.5/10
Στίχοι: 7/10

Μουσική: 7/10
-7.1



Buck 65-Vertex (1997)

Αναμεσα στον τρομο και τη χαρα ενός αγοριου που μεγαλωνει αναρριχάται μια μυστηρια εμπνευση. Όταν το ιδιο εχει την αντιληψη ν’ αναγνωρισει τη θεση της καταστασης του, εκεινη η πρωτόλεια αυρα, συναντωντας μερικα παραδοξα στοιχεια-χρωματα τελειοποιειται, και δεν είναι παντα ευχαριστη, αλλα είναι οπωσδηποτε ένα ατιθασο συμπλεγμα εικονων. Κι αυτό για καποιους, καποιες στιγμες, εχει μεγαλυτερη αξια από τη συμβατικη εννοια του ωραιου. Είναι συμπαντικη συναισθηση που καλοσωριζεις με δεος, τοτε που παυει να σε αγχωνει εκεινος, χωρις παλι να τον επιζητας. Σημασια εχει η οραση η ακοη και η μυρωδια του αερα, ρουφας το οξυγονο λαιμαργα σα ναρκωτικο, κανεις τα σκρατσακια σου, ξερνας λιγακι… είναι μια περιπετεια τελοσπαντων, τί άλλο θες; σπιτι;



Επειδη κανεις ποτε δε μεγαλωνει, απλα συμπεριφερεται όπως υποθετει ότι θα εκανε αν ηταν μεγαλος, εβγαλε γενια/ηρθε περιοδος και καπως πρεπει να δικαιολογηθουν αυτά, πολλες φορες ξεχναει ή αγνοει ότι φοβαται τα σουρρεαλιστικα ονειρα της πραγματικοτητας, βλεπει λιγο, κλανει και κοιμαται (μπραβο του που μπορει να κοιμηθει). Ναι, δεν είναι ένα αγορι που μεγαλωνει, που κουβαλαει βαρη και έναν εγκεφαλο με ματια χαπια που παιζει φυτικες λουπες. Μπορει να χει μια πορεια που κουτσα στραβα κυλαει, μπορει ακομα και να καταλαβαινει τους λογους που ο κοσμος είναι για το πουτσο. Δε ξερω αν θα του προτεινα να πεθανει αλλα αν δεν είναι μονιμα ένα αγορι που μεγαλωνει, δεν εχει τα καταλληλα εφοδια να εκπλαγει και ν’ αφεθει οσο χρειαζεται, οποιο κι αν είναι το κοστος, στη θεα της φρικης της ομορφιας και της ομορφιας της φρικης, της φρικτης μελωδικοτητας και της μελωδικης φρικης, που θα κινησει το χερι του ώστε να φτιαξει ένα δισκο σαν το «Vertex» του Buck65.

Δε ξερω αν εγινα κατανοητος, τουλαχιστον όμως εβγαλα από μεσα μου το πώς αισθανομαι γι’ αυτό το εργο. Δε προκειται καν για αριστοκρατικο δειπνο αλλα μερικες βιωματικων αφορμων διαπιστωσεις, λιγο περιεργη εκφραστικοτητα, σταγονες Lynch εκει κι εδώ (μπορει να μη μ’ αρεσει οσο θα επρεπε αλλα καταλαβαινω γιατι αρεσει οσο πρεπει στον Buck 65), ερωτισμο με τρεμουλο και κανα «θα σου βγαλω τ’ αντερα μπασταδε». Εσεις βγαλτε τα επιμερους χαρακτηριστικα του αλμπουμ από το ιδιο. Αν δεν το βρειτε στειλτε μηνυμα να το ανεβασω.

ΥΓ. I see what you did again there.

Flow/Ερμηνεία: 7.5
Στίχοι: 8/10

Μουσική: 7.5/10
-7.6



1 σχόλιο:

Ό,τι δε με σκοτώνει με νευριάζει περισσότερο.